Η Ρεγγίνα κάθε βράδυ ξυπνάει από τους φριχτούς εφιάλτες της. Η εικόνα πάντα η ίδια. Τα μάτια της μάνας της να την κοιτάνε γεμάτα μίσος και τα χέρια της να γεμίζουν μελανιές το παιδικό κορμί. Ακόμα θυμάται τη στιγμή που την έδιωξε από το σπίτι, που την έστειλε να ζήσει στην πρωτεύουσα με έναν θείο που δεν είχε γνωρίσει ποτέ της. Μα η Ρεγγίνα άντεξε. Γιατί η ελπίδα αχνόφεγγε πάντα στο δρόμο της και της έδειχνε ένα νέο μονοπάτι...
Ώσπου τα πάντα σκοτείνιασαν πάλι ξαφνικά, όταν της στέρησαν ό,τι πολυτιμότερο απέκτησε... το παιδί της, το σπλάχνο της, που με δόλο της πήραν μέσα από τα χέρια για να καταλήξει στα παράνομα κυκλώματα της υιοθεσίας. Μόνο που η Ρεγγίνα δεν τόλμησε να μιλήσει, να αποκαλύψει το άδικο και σήμερα οι τύψεις τής σκίζουν ανελέητα την καρδιά. Η Ρεγγίνα αυτοτιμωρείται, προσπαθεί να εξιλεωθεί. Στέκεται ακλόνητος βράχος εδώ και δεκαπέντε χρόνια δίπλα στον Παύλο, ο οποίος είναι ένας άκαρδος και αδιάφορος σύζυγος. Θυσιάζει την ευκαιρία που ανέλπιστα της δίνεται στον έρωτα και στην αγάπη, γιατί δεν θέλει να προδώσει και να εγκαταλείψει το παιδί που μεγάλωνε σαν να ήταν δικό της...
Μέχρι τη στιγμή που παίρνει στα χέρια της το σημείωμα που θα ανατρέψει τις ισορροπίες της ζωής της. Δεκαπέντε χρόνια μετά αποκαλύπτεται η αλήθεια μπροστά της. Για τη μάνα της και το αδικαιολόγητο μίσος που έτρεφε για το παιδί της, για την κόρη της που θεωρούσε χαμένη, για τα εγκλήματα που έγιναν στο όνομα της τιμής και της ανάγκης...